Η διαδρομή μιας γέφυρας: Η διερεύνηση της υιοθεσίας ως επιλογή μετά από υπογονιμότητα.

Γέφυρα
Έλλη Μανατού | ΥΙΟΘΕΣΙΑ
Δημοσιεύθηκε την 28/02/2021

Όταν οι άνθρωποι ξεκινούν την διερεύνηση της υιοθεσίας ως επιλογή για να γίνουν γονείς, ξεκινούν να «περπατούν» πάνω σε μια «γέφυρα»: ανάμεσα στην υπογονιμότητα και την υιοθεσία. Έχουν την δυνατότητα να ανεβαίνουν, να περπατούν για λίγο ή πολύ, και να αποφασίζουν αν θέλουν να περάσουν «απέναντι». Δεν χρειάζεται να είναι δεδομένη η δέσμευση να γίνεις θετός γονιός όταν αποφασίζεις να «περπατήσεις» αυτή την «γέφυρα». Η «γέφυρα» σου δίνει την δυνατότητα, την ελευθερία να την περπατήσεις μέχρι να αποφασίσεις τι είναι καλό για σένα, τι μπορείς να στηρίξεις, πού μπορείς να στηριχτείς, και αν επιθυμείς να περάσεις «απέναντι». Μπορεί η ματιά να πέφτει όπου επιλέγει κάθε φορά ο άνθρωπος ή το ζευγάρι που την περπατά, διαφορετικό καρέ η κάθε στάση, άλλη οπτική.

Τις περισσότερες φορές, οι άνθρωποι που ανεβαίνουν για πρώτη φορά πάνω στην «γέφυρα» έχουνε ακόμα πάνω τους να τους βαραίνουν οι «αποσκευές» τους από την εμπειρία της υπογονιμότητας. Συνήθως δεν είναι η πρώτη επιλογή για ένα άτεκνο ζευγάρι που έχει προσπαθήσει και εξαντλήσει (και σαφώς έχει εξαντληθεί από) άλλες επιλογές της Ιατρικά Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΙΥΑ). Η τεράστια πρόοδος στον τομέα της ΙΥΑ έχει επηρεάσει σημαντικά την στάση και την προσέγγιση απέναντι στην υιοθεσία. Είναι η δεύτερη, τρίτη επιλογή ενώ συχνά περιγράφεται και ως «τελευταία» (αν και ήταν πάντα απρόσκλητα «παρούσα» ως επιλογή, από την διάγνωση της υπογονιμότητας, συχνά ανομολόγητη). Αυτό σημαίνει ότι σε αυτή τη «γέφυρα» οι άνθρωποι φτάνουν πιο εξαντλημένοι, σε σχέση με το παρελθόν, και πιθανά και πιο απελπισμένοι. Η «απέναντι» όχθη βιώνεται αρχικά ως απειλή, μέχρι να βιωθεί (πιθανά) ως ελπίδα.

Τα ζευγάρια που αποφασίζουν να προχωρήσουν σε υιοθεσία χρειάζεται να θρηνήσουν τις απώλειές τους πάνω σε αυτή τη «γέφυρα»: την απουσία γενετικού δεσμού και την εγκυμοσύνη. Δεν θα είναι μόνον το παιδί που θα υιοθετήσουν διαφορετικό από το «τέλειο» παιδί που ονειρεύτηκαν να έχουν, αλλά και οι ίδιοι θα είναι διαφορετικοί από αυτό που φαντάστηκαν για τους εαυτούς τους: θα είναι θετοί γονείς. Η «απέναντι» όχθη φαίνεται στην αρχή ως ο φτωχός συγγενής.. Είναι σημαντικό να εκφραστεί αυτός ο θρήνος προηγουμένως, ώστε η επιλογή της υιοθεσίας να μην έχει αυτές τις αποχρώσεις μέσα της (π.χ. αρνητικά συναισθήματα για τους βιολογικούς γονείς που ενώ «μπορούσαν» να κάνουν ένα παιδί, το «άφησαν».)

Στην διαδρομή προς την υιοθεσία συχνά ένα ζευγάρι περπατά αποξενωμένο. Η πόλωση ανάμεσά τους αντανακλά την ανάγκη να «ακούγονται» και οι δυο πλευρές της εμπειρίας της υιοθεσίας: οι διαφορές και οι ομοιότητες με την απόκτηση ενός παιδιού όπως το ονειρεύτηκαν. Η ματιά των δυο πάνω στη «γέφυρα» δεν πέφτει πάντα στην ίδια όχθη, στο ίδιο σημείο! Δεν περπατάνε καν με τον ίδιο ρυθμό πάνω στην «γέφυρα». Ωστόσο, συχνά στο ξεκίνημα, η ματιά από κοινού πέφτει στις ομοιότητες της υιοθεσίας με την απόκτηση ενός βιολογικά δικού τους παιδιού, παρά στις διαφορές. Η μεγάλη πρόκληση που μπορεί να αποδειχθεί θεραπευτική και επανορθωτική ως εμπειρία είναι να δουλέψουν μαζί ως ομάδα πια σε αυτήν την μετάβαση, μετά την τεράστια ανισότητα που βίωσαν κατά τις θεραπείες υπογονιμότητας.

Στο νέο ψυχολογικό τοπίο που διαμορφώνεται πάνω στη «γέφυρα» είναι παρόντα πολλά έντονα συναισθήματα και αμφιθυμία σε μια προσπάθεια ισορροπίας της ίδιας της φύσης της υιοθεσίας: δεν είναι μόνο μια ιστορία αγάπης η υιοθεσία, είναι, παράλληλα και για πάντα, και μια ιστορία απώλειας. Και η αφήγηση χρειάζεται να περιλαμβάνει και τα δύο. Υπάρχει θλίψη, στενοχώρια αλλά και ανακούφιση και ελπίδα, επαναπροσδιορισμός και μεγάλωμα. Κάποιοι θέλουν να «τρέξουν» απέναντι γρήγορα στην «γέφυρα» γιατί δεν αντέχουν όλα αυτά τα συναισθήματα και τις μεταβολές. Ωστόσο, είναι μια διεργασία το περπάτημα αυτό, με απαραίτητες στάσεις. Μόνον στη μέση της «γέφυρας» η πραγματικότητα της υιοθεσίας αποκαλύπτεται: έχει υποχωρήσει η μη ρεαλιστική προσδοκία του «τέλειου», «φανταστικού» παιδιού. Οπότε και συχνά τότε οι άνθρωποι παύουν να αναζητούν πια παιδιά με «όμοια» χαρακτηριστικά με τα δικά τους, αλλά είναι και ανοιχτοί σε άλλες επιλογές, όπως η αναδοχή. Από κει που κάποιοι θα έψαχναν δότη/δότρια με όμοια χαρακτηριστικά, ένα ζευγάρι έχει τώρα διανύσει μια νέα διαδρομή: κανένας γενετικός δεσμός και πιθανά σε κάποιες περιπτώσεις ούτε και φυλετικός. Στα μισά του δρόμου η ανάγκη ελέγχου εγκαταλείπεται και αποκαλύπτονται πολλές επιλογές, προς έκπληξη όλων!

Για λόγους πληρότητας (ακόμα και σε ένα σύντομο κείμενο όπως αυτό) χρειάζεται να αναφερθεί πως παρόμοια ζητήματα με την υιοθεσία υπάρχουν, και χρειάζεται να αναγνωρίζονται ως σημαντικά, και στην δωρεά εμβρύου (embryo donation) ή την δημιουργία εμβρύου μετά από δωρεά ωαρίου και σπέρματος (embryo creation) όπου λείπει μεν ο βιολογικός δεσμός αλλά υπάρχει η εμπειρία της εγκυμοσύνης.

Κανένας δεν «σώζει» κανέναν σε μια ιστορία υιοθεσίας. Με αυτήν την αντίληψη το μόνο που εξασφαλίζουμε είναι η δημιουργία τεράστιων και ανεξόφλητων δια βίου ψυχολογικών χρεών για κάθε μέρος της τριάδας, αφήνοντας ψυχές να χάσκουν σαν στόματα ανοιχτά. Η υιοθεσία έχει για κάθε οικογένεια την δική της αφήγηση και παρουσία για πάντα. Και αυτό κάνει μοναδική, για έναν επιπλέον λόγο, κάθε ιστορία υιοθεσίας, κάθε διαδρομή, επηρεάζοντας σημαντικά κάθε μέλος της νέας οικογένειας. Στην «απέναντι» όχθη οι άνθρωποι συναντιούνται, δεν «σώζονται»!

Το περπάτημα αυτής της «γέφυρας», ανεξαρτήτως ποιας όχθης θα επιλέξει κανείς, αποτελεί ένα προσωπικό ταξίδι προσωπικής ανάπτυξης. Η εμπειρία της διερεύνησης της υιοθεσίας, πριν την απόφαση και το βίωμά της, μετά την υπογονιμότητα έχει να δώσει πολλά μαθήματα ζωής σε όλους τους εμπλεκόμενους (των ψυχολόγων συμπεριλαμβανομένων). Περνώντας «απέναντι», στην αντίπερα όχθη, υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις σε αναμενόμενα κομβικά σημεία αλλά προσφέρεται και ένα σπουδαίο δώρο (για όποιον το δεχτεί ως έτσι.!): ένας «νέος τόπος» απελευθερωμένος από προσδοκίες συνδεόμενες με τον γενετικό δεσμό. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο κεφάλαιο του βιβλίου της υιοθεσίας!

Η υιοθεσία στην καλύτερη περίπτωσή της είναι μια ιστορία διεύρυνσης της ανθρώπινης σύνδεσης, του τι μας κάνει οικογένεια, που ξεπερνά τα υπάρχοντα όρια. Στην χειρότερη περίπτωσή της, βέβαια, μπορεί να αποτελέσει ανθρώπινη εκμετάλλευση. Και χρειάζεται να μιλάμε και για τα «σκοτεινά» της σημεία…

Στην συμβουλευτική υπογονιμότητας συναντώ και συνοδεύω ανθρώπους ευάλωτους, σε στιγμές που νιώθουν αβοήθητοι και «μικροί», σε στιγμές που νιώθουν θαρραλέοι και «μεγάλοι». Είναι μεγάλο προνόμιο να μπορείς να παρακολουθείς τα μήκη και τα πλάτη (εσωτερικά και εξωτερικά) που οι άνθρωποι διασχίζουν προκειμένου να «συναντήσουν» τα παιδιά τους. Και τρέφω απεριόριστο σεβασμό για όλους αυτούς.

Έλλη Μανατού, Ψυχολόγος M.Sc.

Έλλη Μανατού, Ψυχολόγος M.Sc.

Η Έλλη Μανατού είναι ψυχολόγος και συστημική ψυχοθεραπεύτρια στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτη του Παντείου Πανεπιστημίου και κατέχει τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών στην Ψυχολογία (Master of Science) από το Πανεπιστήμιο της Βέρνης.
Η Έλλη επικεντρώνεται στη συμβουλευτική για την υπογονιμότητα, την υποστήριξη αναπαραγωγικών απωλειών και την ψυχολογική υποστήριξη στο δρόμο προς τη γονεϊκότητα.